Μετά την εποχή της "ανάπτυξης"

Α) Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ:

«Η ανάπτυξη μοιάζει με ένα νεκρό άστρο, που βλέπουμε ακόμα το φως του, ακόμα κι αν έχει σβήσει από καιρό και για πάντα» Ζιλμπέρ Ριστ

Μετά την περίοδο της αποικιοκρατίας, οι λευκοί φεύγοντας από τα ανεξαρτοποιημένα κράτη του 3ου κόσμου, άφησαν πίσω (;) στους λαούς τους μία ελπίδα. Μία ελπίδα τόσο μεγάλη, όσο και η ελπίδα του σοσιαλισμού για τους εργαζόμενους του δυτικού κόσμου. Ήταν η ελπίδα της Ανάπτυξης, την οποία ανέλαβαν να υλοποιήσουν οι τοπικές ελίτ με την βοήθεια της εμπειρίας των δυτικών, που έπαψαν πια υποτίθεται να είναι ιμπεριαλιστές. Πέρασαν αρκετά χρόνια και η ανάπτυξη δεν ερχόταν.

Ώσπου φθάσαμε στην σημερινή περίοδο της παγκοσμιοποίησης ,που η ανάπτυξη προϋποθέτει την ύπαρξη ενός σχεδίου, του οποίου η επιτυχία θα εξασφαλίσει τη διεθνή ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μιας χώρας ή περιοχής. Αυτό αναγκαστικά σημαίνει ότι το περιεχόμενο ενός τέτοιου σχεδίου έχει σαν στόχο την «απογείωση» της οικονομίας, όπως αυτή γίνεται αντιληπτή από την δυτική εμπειρία: οικονομική μεγέθυνση και συσσώρευση κεφαλαίου σαν αποτέλεσμα της προόδου, του οικονομισμού, της κυριαρχίας πάνω στη φύση, του ορθολογισμού, της ποσοτικοποίησης όλων και της αποδοτικότητας. Ο σκληρός πυρήνας της έννοιας της ανάπτυξης δηλ. (όχι μόνο της «φιλελεύθερης» ή της κεντρικά σχεδιασμένης στις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού, αλλά όπως και να την ονομάσουμε: «αυτοδύναμη», «ενδογενή», «ολοκληρωμένη», «δίκαιη», «ισότιμη», ακόμα και στην καλύτερη περίπτωση «βιώσιμη» ή «αειφόρο») έχει να κάνει πάντα με το δυτικό σύστημα αξιών και το δυτικό τρόπο σκέψης και εμπειρίας.

Δεν αντιστοιχεί καθόλου στις βαθύτερες οικουμενικές αξίες και βρίσκει μικρή ανταπόκριση στις άλλες μη δυτικές κοινωνίες, όπου η ιδέα της ανάπτυξης στερείται νοήματος και οι πρακτικές της είναι πολύ δύσκολο να εφαρμοστούν. Εδώ την ιδέα της ανάπτυξης την έχουν ενστερνισθεί οι ηγέτες και η τοπικές ελίτ, μετά την αποαποικιοποίηση των χωρών τους από τους λευκούς από τους οποίους την κληρονόμησαν. Οι εξουσίες τους όμως, ενώ θεώρησαν το «αναπτυξιακό» σχέδιο σαν την «ουκ άνευ» δυνατότητα των χωρών τους, δεν μπόρεσαν να το υλοποιήσουν. Δεν μπόρεσαν να πραγματοποιήσουν τον εκσυγχρονισμό ούτε στην παιδεία, ούτε στην ιατρική, ούτε στη δικαιοσύνη, τη δημόσια διοίκηση, την τεχνική ή αλλού. Γιατί τελικά αποδείχθηκε ότι η ανάπτυξη δεν μπορεί να οικουμενικοποιηθεί.

Στηρίχθηκε στο εγχείρημα: «οι πλούσιες χώρες εξασφαλίζουν την ανάπτυξη των λιγότερο προηγμένων χωρών», της «χρυσής 30κονταετίας» (1945-1975). Ξεκίνησε με τη διεθνή αναπτυξιακή βοήθεια που καθορίσθηκε στο 1% του ΑΕΠ των χωρών του ΟΟΣΑ από τον ΟΗΕ το 1960, αναθεωρήθηκε στο 0,70% το 1992 και το 2000 δεν φθάνει ούτε το 0,25%. Οδήγησε στην ουσιαστική χρεοκοπία πολλών χωρών, στη διάλυση των παραδοσιακών τρόπων της τοπικής παραγωγής και την εγκατάλειψη της γης από τους περισσότερους αγρότες τους. Στη διάλυση των τοπικών κοινοτήτων και των κοινωνικών δικτύων αλληλοβοήθειας καθώς και των πολιτιστικών προτύπων. Στην διόγκωση των κοινωνικών και οικονομικών ανισοτήτων. Στη διάλυση και μόλυνση του ίδιου του περιβάλλοντός τους και τη γενικότερη οικολογική καταστροφή, που έχει πάρει πλανητικές διαστάσεις (σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του Ινστιτούτου Μπλάκσμιθ, οι οικολογικοί παράγοντες ευθύνονται για το 20% των θανάτων στις «υπανάπτυκτες» χώρες, ενώ οι τοξίνες στο περιβάλλον απειλούν ένα δισεκατομ. ανθρώπους, με δηλητηριάσεις, καρκίνους, πνευμονικές παθήσεις και γέννηση παιδιών με νοητική καθυστέρηση: Ελευθεροτυπία 20/10/06) και που τα αποτελέσματά της αρχίζουν ήδη να φαίνονται με τη διόγκωση των περιβαλλοντικών μεταναστών, με την αλλαγή του κλίματος και τα έντονα καιρικά φαινόμενα (Το φαινόμενο του θερμοκηπίου και το πλημμύρισμα των παραλιακών περιοχών θα είναι η αιτία για 200 εκατομ. πρόσφυγες τουλάχιστον, ενώ οι καταστροφές από τις “θεομηνίες” θα κοστίσουν πάνω από 5,5 τρισεκατομμύρια ευρώ: πρόσφατη έκθεση της Βρετανικής Κυβέρνησης)

Αποδείχθηκε λοιπόν ότι η όπως και να την ονομάσουμε ανάπτυξη δεν μπορεί να γενικευθεί σε όλο τον πλανήτη, ο αμερικάνικος και δυτικοευρωπαϊκός τρόπος ζωής είναι αδύνατον να γίνει και πλανητικός, κατ` αρχήν για οικολογικούς λόγους: οι πλουτοπαραγωγικές πηγές του πλανήτη είναι πεπερασμένες(με τους σημερινούς ρυθμούς κατανάλωσης, το 2050 η ανθρωπότητα στο σύνολό της θα χρειάζεται τους φυσικούς πόρους δύο πλανητών σαν τη Γη, σύμφωνα με έκθεση της WWF) και τα παραγόμενα απόβλητα θα κάνανε την κατάσταση εκρηκτική (φαινόμενο θερμοκηπίου, πυρηνικό ολοκαύτωμα κ.λ.π.)

Η προωθούμενη ανάπτυξη, δηλ. η «υπαρκτή» ανάπτυξη (κατά το «υπαρκτός» σοσιαλισμός) αφορά ένα μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού. Τις αστικές τάξεις και άντε και ένα μέρος των μεσοστρωμάτων των «προηγμένων» χωρών και τις κυρίαρχες ελίτ των «υπανάπτυκτων» χωρών, που με μια έννοια μπορούμε να πούμε ότι αποτελούν την παγκόσμια ελίτ ή την παγκόσμια αστική τάξη της «παγκοσμιοποίησης».Δεν αφορά στην μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού των «υπανάπτυκτων» και τα φτωχά στρώματα των υποαπασχολούμενων, ανέργων, περιθωριοποιημένων και παρείσακτων των «αναπτυγμένων» χωρών. Η απορύθμιση που προωθήθηκε στο όνομα της ανάπτυξης διέλυσε το ρυθμιστικό ρόλο του κράτους, επιτρέποντας την απεριόριστη επέκταση των ανισοτήτων μεταξύ περιοχών και ατόμων (οι 15 πλουσιότεροι άνθρωποι του πλανήτη έχουν περιουσία μεγαλύτερη από το ΑΕΠ της υποσαχάριας Αφρικής, ενώ η περιουσία των 84 πλουσιότερων ξεπερνά το ΑΕΠ της Κίνας με 1,2 δις. Κατοίκους). H υπάρχουσα παραγωγή τροφίμων μπορεί να θρέψει με τροφή 2700 θερμίδων ημερησίως, 12 δισεκατομ. ανθρώπους. Δεν θα έπρεπε να πεινάει κανείς, δεδομένου ότι είμαστε προς το παρόν περίπου 6 δις. Όμως 40 εκατομ. πεθαίνουν από πείνα κάθε χρόνο και κάπου 850 εκατομ. υποφέρουν από υποσιτισμό, εκ των οποίων το 34% (Αφρικανοί) ζουν με κάτω από 300 θερμίδες την ημέρα. H πραγματικότητα λοιπόν διαψεύδει κάθε υπόσταση του αναπτυξιακού μύθου. Η ανάπτυξή τους δεν ήταν τίποτε άλλο παρά η συνέχιση της αποικιοκρατίας με άλλα μέσα.

Ήδη από τη 10ετία του 80 αναγγέλθηκε από πολλούς η χρεοκοπία της οικονομικής θεωρίας της ανάπτυξης. Τώρα βρισκόμαστε στη τελική φάση απόρριψής της. Στο τελευταίο φόρουμ του Νταβός δεν αναφέρθηκε κανείς σε αυτήν. Ούτε οι «σοβαροί» διεθνείς οργανισμοί, όπως ΔΝΤ, ΠΟΕ, ή η Παγκόσμια τράπεζα ασχολούνται μαζί της. Ακόμα και τα εξειδικευμένα για αυτό το σκοπό ερευνητικά κέντρα και ινστιτούτα έχουν κλείσει ή φυτοζωούν. Ανάπτυξη για το «Νότο» διεκδικούν ακόμα μόνο μερικά από τα θύματά της και όσες «μη κυβερνητικές οργανώσεις» υπάρχουν και ζουν ακριβώς από αυτήν, γιατί οι καινούργιες «μη κυβερνητικές χωρίς σύνορα», πιο ρεαλιστικές, δεν μιλούν για οικονομική ανάπτυξη στις «φτωχές» χώρες, αλλά επικεντρώνονται στον ανθρωπιστικό και επείγοντα χαρακτήρα της παρέμβασής τους στις διάφορες περιοχές «ανθρωπιστικής κρίσης»,επιζητώντας την ιδιωτική οικονομική συνδρομή.Αυτές οι τελευταίες αποτελουν τις «παγκόσμιες πρώτες βοήθειες» και αναλαμβάνουν επείγουσες αποστολές, όντας ένα από τα σημαντικότερα εργαλεία τους για να σβήνουν ή να ανάβουν “φωτιές”, ανάλογα τι τους διευκολύνει.

Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, δεν τίθεται πια θέμα ανάπτυξης. Έχουμε τη δικτατορία των αγορών, που ρυθμίζουν κάθε πτυχή της ζωής των πολιτών παντού στον πλανήτη. Αυτό που επιβιώνει στη ρητορική ορισμένων είναι η ανάπτυξη με «επιθετικό προσδιορισμό». Η «βιώσιμη» ή η «αειφόρος» ανάπτυξη είναι η πιο επιτυχής έκφραση στο μαστόρεμα των λέξεων. Είναι υποτίθεται η «καλή», η «ήπια» ανάπτυξη και όχι η «στρεβλή». Αυτή που σέβεται τη φύση και τον άνθρωπο και θα πετύχει την ευημερία για όλους μέσα από την «καλή» μεγέθυνση. Όσοι θεωρούν ακόμα ότι είναι δυνατή μια υλική ευημερία για όλους στα πρότυπα της δύσης, είναι εγκλωβισμένοι στον δυτικό τρόπο σκέψης και επειδή δεν μπορούν να αλλάξουν την πραγματικότητα ,αλλάζουν και παίζουν με τις λέξεις. Προσθέτοντας ένα επίθετο περιμένουν να αμφισβητηθεί αληθινά η καπιταλιστική συσσώρευση και ο ανελέητος γενικευμένος ανταγωνισμός.

Είτε το θέλουμε είτε όχι η ανάπτυξη δεν μπορεί να γίνει κάτι άλλο από αυτό που υπήρξε πάντα, δηλ. ο εκδυτικισμός του κόσμου και η επέκταση της ετερονομίας σε βάρος της αυτονομίας των κοινωνιών

Β) Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΜΑΣ

Στη χώρα μας η έννοια της ανάπτυξης έχει κυρίαρχη θέση στο σκεπτικό και τη ρητορική σχεδόν όλων των θεσμικών εκφραστών της ελληνικής κοινωνίας, από τα κοινοβουλευτικά κόμματα μέχρι και τη συντριπτική πλειοψηφία των διανοητών και πολιτικών σχολιαστών. Η τυχόν κριτική που γίνεται είναι προς την κατεύθυνση της «υπαρκτής» ανάπτυξης, που για τη χώρα μας θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι περισσότερο «στρεβλή» από ότι στις άλλες χώρες της Δύσης. Eνώ η Ελλάδα από άποψη “οικολογικού αποτυπώματος”, δηλ. κατανάλωσης ενέργειας και εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατά κύριο λόγο, βρίσκεται στη 17η θέση (με πρώτα τις ΗΠΑ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα), ταυτόχρονα το 20% του πληθυσμού της ζει κάτω από το όριο της φτώχειας. Και όσοι είναι ενάντια στη «φιλελεύθερη» ανάπτυξη μιλάνε κύρια για μια «καλύτερη» ανάπτυξη, πιο ολοκληρωμένη και ισόρροπη από την «υπαρκτή», η οποία είναι «Αθηνοκεντρική» και όχι δίκαιη κ.λ.π.

H κυρίαρχη νεοφιλελεύθερη στρατηγική για την ανάπτυξη, όπως έχει εκφρασθεί στη χώρα χαρακτηρίζεται από την αδιέξοδη λογική, που έχουμε αναφέρει, αλλά ταυτόχρονα λόγω και των γενικότερων οικονομικών δυσκολιών και της θέσης του ελληνικού κεφαλαίου χαρακτηρίζεται από μια λογική ακόμα πιο μειωμένων προσδοκιών για τους πολλούς. Από τα Τοπικά Σύμφωνα Απασχόλησης μέχρι τις χωροθετήσεις τουριστικών και βιομηχανικών μονάδων και υποδομών η λογική για την ανάπτυξη βασίζεται στην υποβάθμιση της εργασίας και του περιβάλλοντος και την εκ των υστέρων προσπάθεια θεραπείας των προβλημάτων που προκαλεί αυτή η πολιτική (όταν πια δεν πάει άλλο). Η ανάπτυξη που οραματίζονται βασίζεται στην χαμηλόμισθη και υποβαθμισμένη εργασία, την αγνόηση του περιβαλλοντικού κόστους και της δημόσιας υγείας.

Με το μεγαλοϊδεατισμό «μεγάλων έργων» (που θα φέρουν: περισσότερα ΙΧ, περιβαλλοντική μόλυνση του χερσαίου και θαλασσίου περιβάλλοντος, αλλαγή της χρήσης γης, περισσότερο τσιμέντο κ.λ.π.) και την «αγωνία» για προσέλκυση μεγάλων επενδύσεων (ακόμα και από την ίδια την εκκλησία: βλέπε Συνεδριακά Κέντρα, δημιουργία κέντρων γκόλφ ή Μοναστηριακό τουρισμό) παρέχοντας γη και ύδωρ σε «ξένους» επενδυτές, διολισθαίνουν στην υπονόμευση της τοπικής παραγωγικής δομής και εργασίας και στην καταστροφή των κοινωνικών και περιβαλλοντικών πόρων.

Το να μιλάμε λοιπόν για μια «βιώσιμη» ή «αειφορική» ανάπτυξη για τη χώρα (όχι υδροκεφαλισμός του κέντρου και υπονόμευση της περιφέρειας, οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα χωρίς κοινωνικό και περιβαλλοντικό κόστος, μη αλλαγή της χρήσης γης, στήριξη των κοινωνικά ασθενέστερων κ.λ.π.), έχει ενδιαφέρον για τους πολίτες, όμως μη ξεχνάμε που μας οδηγεί αυτό. Προτείνουμε κάτι που ξεφεύγει από τα πλαίσια της «δυνατής» ανάπτυξης σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης. Καλύτερα λοιπόν να ρίξουμε το βάρος, από τη μία στην αντίσταση σε αυτή την ανάπτυξη και από την άλλη στη δημιουργία συνθηκών για το πέρασμα στην «μετααναπτυξιακή» εποχή.

Γ) Η ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΕΠΟΧΗ:

Μόνο αν απαλλαγούμε από την έννοια της ανάπτυξης και όλα τα επίθετά της μπορούμε να σκεφθούμε και να δουλέψουμε για το πέρασμα σε μια εποχή στην οποία το κοινωνικό, το οικολογικό και το πολιτικό θα έχει εισαχθεί στο πεδίο του οικονομικού και θα μπορέσουμε να ξαναστοχεύσουμε στο «κοινό καλό», στην εξάλειψη της εκμετάλλευσης των ανθρώπων και των άλλων ειδών, στις σχέσεις αλληλεγγύης και ισονομίας, στην ατομική και συλλογική άνθηση, στην «ευζωία», στον πλουραλισμό, και γενικά σε ένα νέο πολιτισμό, που δεν θα στηρίζεται στον ατομικισμό-ανταγωνισμό του δυτικού πολιτισμού, αλλά θα είναι σύνθεση ανάμεσα στη χαμένη παράδοση και στην οραματική νεωτερικότητα.

Ξεκινώντας από τη ρήξη με την προοπτική της καταστροφής που διαιωνίζεται στο όνομα της ανάπτυξης και της παγκοσμιοποίησης, μπορούμε να αρχίσουμε να αναζητούμε και να οικοδομούμε, ανάλογα με τις περιστάσεις, δομές τέτοιες που θα μας βοηθήσουν να περάσουμε στον κόσμο της μετά την ανάπτυξη εποχής (που σίγουρα θα είναι μετακαπιταλιστική, αλλά στην αρχή τουλάχιστον δεν μπορεί παρά να είναι αναγκαστικά πλουραλιστική με την έννοια ότι η βάση της θα είναι τα συνυπάρχοντα διαφορετικά κινήματα και κοινότητες). Ήδη μπορούμε να ψηλαφίσουμε τα πρώτα ψήγματά της εδώ και εκεί.

Είναι οι δομές που έχουν δημιουργήσει τα κινήματα των αυτοχθόνων στις διάφορες περιοχές του πλανήτη για να μπορούν να υπάρχουν και να μην αφανισθούν. Είναι οι κοινότητες των Ζαπατίστας, που ξεκινώντας από την στρατιωτική αντίσταση και συνδυάζοντας την παράδοση του λαού τους με νέες ιδέες για το κοινωνικό γίγνεσθαι ,έχουν κατακτήσει σχεδόν την αυτονομία της περιοχής τους στο Μεξικό. Είναι οι συνελεύσεις των εργαζομένων και πολιτών στις πόλεις και στις διάφορες περιοχές στην Αργεντινή ,που μετά την οικονομική κρίση στη χώρα και την υποτίμηση του πέζος, ανέλαβαν πολλές παραγωγικές διαδικασίες και δημιούργησαν κοινότητες παραγωγής και ανταλλαγής με δικό τους εσωτερικό νόμισμα. Είναι το κίνημα των φτωχών αγροτών στην Ινδία που αντιστέκεται στα φράγματα της «ανάπτυξης» και στον ξεριζωμό από τις περιοχές τους καθώς και το κίνημα ενάντια στις πατέντες σπόρων και τα μεταλλαγμένα. Είναι τα δίκτυα για την οικολογική γεωργία που φυτρώνουν παντού, είναι τα δίκτυα για την διατήρηση των ντόπιων ποικιλιών και σπόρων (στη χώρα μας υπάρχουν ήδη δύο), είναι οι οικοκοινότητες και τα δίκτυά τους, που δημιουργούνται παντού (π.χ. μόνο στη Γερμανία υπάρχουν 400 τέτοιες, στην Ελλάδα υπάρχουν αρκετές προσπάθειες στα σπάργανα), είναι τα τοπικά συστήματα ανταλλαγών όπου συμμετέχουν κύρια άνεργοι και περιθωριοποιημένοι της «υπαρκτής» ανάπτυξης (LETS), είναι τα κινήματα αντίστασης στη συρρίκνωση των κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων, τα κινήματα αντίστασης στον πόλεμο και τις συρράξεις, είναι τα κινήματα της «αντιπαγκοσμιοποίησης» και της κατάργησης του χρέους του 3ου κόσμου, είναι οι κάθε μορφής ομάδες παρέμβασης, που λειτουργώντας αμεσοδημοκρατικά και σκεπτόμενες παγκόσμια, δρουν τοπικά, είτε με θέμα την εργασία, είτε την παιδεία, είτε το περιβάλλον, είτε την υγεία, είτε τη διατροφή, κ.λ.π, κ.λ.π.

Υπάρχουν στη χώρα μας τέτοια ψήγματα; Στο επίπεδο της αντίστασης έχουμε τις διάφορες ομάδες των εργαζομένων. Στο επίπεδο της δημιουργίας νέων συνθηκών οι καταλήψεις σχολών, σχολείων και κτιρίων παρά τον προσωρινό χαρακτήρα τους, έχουν κάποια χαρακτηριστικά τους, οι εθελοντικές ομάδες το ίδιο, τα δίκτυα για τα πολιτικά, κοινωνικά και τα δικαιώματα των μεταναστών επίσης. Οι ομάδες-επιτροπές γειτονιάς που ασχολούνται με τις ανάγκες τους επίσης. Οι βιοκαλλιεργητές και οικοκαλλιεργητές κάθε περιοχής, που ασχολούνται από συνείδηση και το έχουν συνδέσει με τον τρόπο ζωής τους έχουν πολλά να προσφέρουν προς αυτή την κατεύθυνση. Οι άνεργοι, οι νέοι που δεν έχουν μπει ακόμα στην αγορά εργασίας και όσοι δεν είναι ευχαριστημένοι από την μέχρι τώρα ενασχόλησή τους και θα ήθελαν να μεταπηδήσουν σε κάτι άλλο, θα είναι μελλοντικά σημαντικοί παράγοντες υλοποίησης προσπαθειών περάσματος στην μετά την ανάπτυξη οργάνωσης της κοινωνίας.

ΠΗΓΗ: Γ. Κολέμπας (http://athens.indymedia.org/front.php3?lang=el&article_id=604336)